ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΑΙ ΝΕΑ ΘΕΜΑΤΑ ,ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΓΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΣΕ ΟΤΙ ΠΟΙΟ ΝΕΟ ΥΠΑΡΧΕΙ.

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2008

π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΠΛΟΥΜ - ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΟΥΡΟΖ-07-06

3.Απώλεια

Η πρώτη και η πλέον συνεχής επαφή μας με το θάνατο πραγματοποιείται μέσα από το αίσθημα της απώλειας. Μαθαίνοντας να κατανοούμε το θάνατο των άλλων και να τον βιώνουμε μέσα στους άλλους και στον εαυτό μας, μπορούμε να μάθουμε να τον αντικρίζουμε, και τελικά να αντιμετωπίζουμε το δικό μας θάνατο, κατ' αρχάς ως δυνατότητα -και όντως ως μια βεβαιότητα, μια βεβαιότητα όμως που τόσο συχνά και τόσο εμφανώς έχει απομακρυνθεί από μας, ώστε να μην τη χαρακτηρίζουμε πλέον βεβαιότητα- και κατόπιν ως την ίδια την πραγματικότητα που μας πλησιάζει.

Ένα από τα άμεσα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόσωπο εκείνο που πενθεί, είναι η εμπειρία της μοναξιάς, το γεγονός ότι το μόνο πρόσωπο που κατά καιρούς τον ενδιέφερε, το πρόσωπο εκείνο που γέμιζε όλο το χώρο και το χρόνο και όλη την καρδιά του τον άφησε. Κι αν ακόμη το πρόσωπο που μας άφησε δεν μας είχε δώσει όλη του την καρδιά, αφήνει ωστόσο πίσω του ένα τεράστιο κενό. Όσο το πρόσωπο είναι άρρωστο προσφέρουμε πολύ περισσότερο χρόνο στη σκέψη. Οι δραστηριότητές μας συγκεντρώνονται και κατευθύνονται προς αυτό. Όταν το πρόσωπο πεθάνει, πολύ συχνά αυτοί που μένουν πίσω αισθάνονται ότι η δραστηριότητά τους είναι πλέον άσκοπη, δεν έχουν τουλάχιστον κάποιον άμεσο σκοπό, κέντρο και κατεύθυνση. Μια ζωή, όσο οδυνηρή και αγωνιώδης κι αν ήταν, έτρεχε σαν το ποτάμι. Τώρα όμως καταντάει ένας βάλτος.

Μοναξιά επίσης σημαίνει ότι δεν υπάρχει ούτε ένα πρόσωπο με το οποίο να μπορεί κάποιος να μιλήσει ή να το ακούσει, ή να το προσέξει, που να ανταποκρίνεται και να αντιδρά, και στο οποίο αυτός να αντιδρά και να ανταποκρίνεται. Το πρόσωπο που μας αφήνει είναι πολύ συχνά το πρόσωπο εκείνο που, στα δικά μας μάτια, μας έδινε την έσχατη αξία: το πρόσωπο εκείνο για το οποίο αξίζαμε, το πρόσωπο εκείνο που διεκδικούσε την ύπαρξη και τη σημασία μας.

Περισσότερο από μια φορά έχω αναφέρει, με την ευκαιρία κάποιου γάμου, τη φράση του Λέων Μπλόυ: «Το να πεις σε κάποιον "σ' αγαπώ" ισοδυναμεί με το να του λες "δεν θα πεθάνεις ποτέ"». Αυτό ισχύει και σ' αυτό το πλαίσιο. Το πρόσωπο που μας αφήνει δεν βρίσκεται πλέον εδώ για να διακηρύσσει την έσχατη αξία μας, την έσχατη σημασία μας. Αυτό το πρόσωπο δεν βρίσκεται πλέον εδώ για να μπορεί να πει «σε αγαπώ», και γι' αυτό χάνεται η αιώνια επιβεβαίωση και αναγνώρισή μας. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Δεν είναι κάτι που πρέπει να το παραμερίσουμε, να το ξεχάσουμε ή να το παρακάμψουμε. Δημιουργείται ένα κενό και αυτό το κενό δεν πρέπει ποτέ να γεμίσει με τεχνητά πράγματα, που δεν αξίζουν μπροστά σ' αυτά που αντικαθιστούν.

Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αναγνωρίσουμε ότι ο πόνος είναι μία από τις εκφράσεις της αγάπης. Αν ισχυριζόμαστε ότι αγαπούμε αληθινά το πρόσωπο που μόλις αναχώρησε από αυτήν τη ζωή, πρέπει να είμαστε και έτοιμοι να το αγαπούμε μέσα από τον πόνο, με τον ίδιο τρόπο που κάποτε το αγαπήσαμε μέσα από τη χαρά - τη χαρά της επιβεβαίωσης, τη χαρά της κοινής ζωής.

Aυτό απαιτεί θάρρος, και νομίζω ότι πρέπει πολλά να εξηγηθούν από την άποψη αυτή σήμερα, όταν τόσοι άνθρωποι, για να ξεφύγουν από τον πόνο, στρέφονται στα ηρεμιστικά, στο αλκοόλ ή σε οποιαδήποτε διασκέδαση, για να ξεχάσουν. Πιθανώς να επισκιάζεται ό,τι συμβαίνει σε μιαν ανθρώπινη ψυχή, συνεχίζει όμως να προχωρά, και αν δεν λυθεί, αφήνει το πρόσωπο φτωχότερο.

Ένα άλλο πράγμα που πρέπει το πρόσωπο που πενθεί να μάθει να μην κάνει ποτέ είναι να μιλά για τη σχέση αγάπης που υπήρχε σε αόριστο χρόνο. Ποτέ δεν πρέπει κάποιος να πει: «Αγαπούσαμε ο ένας τον άλλο». Πρέπει πάντοτε να λέει: «Αγαπούμε ο ένας τον άλλο».

Αν επιτρέψουμε στην αγάπη μας να μεταβληθεί σε αντικείμενο του παρελθόντος, πρέπει να ομολογήσουμε ότι δεν πιστεύουμε στη συνέχιση της ζωής του προσώπου που πέθανε. Αν το κάνουμε, πρέπει να ομολογήσουμε ότι είμαστε άπιστοι και άθεοι, με τη χειρότερη έννοια, και ότι αντιμετωπίζουμε τη ζωή από διαφορετική γωνία. Αν δεν υπάρχει Θεός, αν δεν υπάρχει αιώνια ζωή, τότε ο θάνατος πού επήλθε δεν έχει καμιά μεταφυσική σημασία. Αποτελεί ένα γεγονός της φυσικής ιστορίας. Είναι μια νίκη των νόμων της φυσικής και της χημείας, και ο άνθρωπος συνεχίζει να υπάρχει όχι ως πρόσωπο αλλά ως μέρος της φύσης. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να αντιμετωπίσουμε κατάματα είτε την πίστη μας, είτε την έλλειψη πίστης και να ενεργήσουμε ανάλογα.

Πολύ συχνά, αυτοί που μένουν πίσω αισθάνονται ότι το πρόσωπο που έφυγε δεν είναι μόνο μια δική τους απώλεια, αλλά μια απώλεια που στερεί όλους γύρω από κάτι το πολύτιμο - από μια λογική, μια καρδιά και μια θέληση, από κάποιον που ενεργούσε όμορφα και σωστά. Και αυτός που έχασε το πρόσωπο μένει επίσης με την απώλεια. Σ' αυτό το σημείο πρέπει να θυμηθούμε -πράγμα ουσιαστικό- ότι όποιος ζει θέτει ένα παράδειγμα: ένα παράδειγμα για το πώς ζει κανείς καλά ή ένα παράδειγμα για το πώς ζει κανείς άσχημα.

Πρέπει να μαθαίνουμε από όλους, ζώντες ή κεκοιμημένους, αυτό που είναι λάθος για να το αποφεύγουμε και αυτό που είναι σωστό για να το μιμούμαστε. Όποιος έχει γνωρίσει κάποιον που τώρα έχει πεθάνει, θα πρέπει να στοχαστεί βαθιά το σημάδι που η ζωή αυτού του ανθρώπου άφησε στη ζωή του. Πρέπει να στοχαστεί το είδος του σπόρου που σπάρθηκε στη ζωή αυτού του ανθρώπου και τον καρπό που αυτός έφερε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: